1/7/09

smoking hero #1

Για αρχή ανεβάζω το άρθρο του καλού δημοσιογράφου Γιάννη Τριάντη από τη χθεσινή Ελευθεροτυπία, όπως δημοσιεύτηκε στη στήλη του Τύπος των Ήλων...Προσωπικές του εμπειρίες, γλυκόπικρα ιδωμένες και εξαιρετικά καλογραμμένες.


" Το σπαθί του φόβου

Αίφνης η νύχτα μελάνιασε κι άρχισε να με πνίγει. Μια ασήκωτη πλάκα πίεζε το στήθος και δυσκόλευε την αναπνοή. Πάτησα ενστικτωδώς το γκάζι σα να ,θελα να ξεφύγω από ανελέητο κυνηγητό. Άδικος κόπος: σα να σηκώνεις το χέρι για να εμποδίσεις έναν βράχο που έρχεται κατ' ευθείαν πάνω σου.
Ο πανικός ήταν ζήτημα δευτερολέπτων. Στην είσοδο του «Ευαγγελισμού» όλα ήταν στη θέση τους: οι βαριεστημένοι ταξιτζήδες εν σειρά, το «φαστφουντάδικο» που ξενυχτάει, σιωπηλές παρέες που μπαινόβγαιναν, σεκιουριτάδες και υπάλληλοι του νοσοκομείου, άνθρωποι ξαπλωμένοι στα παγκάκια ή καθισμένοι στα σκαλιά, αυτοκίνητα του ΕΚΑΒ... Πάντα μου άρεσαν τα νοσοκομεία που εφημερεύουν. Είναι μια πολύβουη κυψέλη μες στη νύχτα, μια ρωγμή στην απειλητική επικράτεια του σκότους. Ο,τι πρέπει για όσους δυναστεύονται από λογής δαιμόνια και κολυμπάνε στα θολά νερά του πανικού... Όταν η ευγενέστατη νοσοκόμα ετοίμαζε τα απαραίτητα, ήθελα να της πω για το νοσοκομείο-ρωγμή της νύχτας, να τη ρωτήσω για τα χρόνια της στους θαλάμους κ.τ.λ., αλλά έβαλα γρήγορα φερμουάρ στις σκέψεις μου. Η γυναίκα πνιγόταν στη δουλειά και ,γω κωπηλατούσα στη μικρή μου λιμνοθάλασσα με το βαρκάκι της ασφάλειας που μου παρείχε η παρουσία των γιατρών και η άψογη συμπεριφορά του προσωπικού. Ήταν καλές οι πρώτες εξετάσεις, κι έτσι εξοστρακίστηκε εντελώς εκείνη η καταραμένη αίσθηση που δημιουργείται μόλις μπαίνεις έμφοβος στο νοσοκομείο, αίσθηση που ενισχύεται από κάτι που μοιάζει με ξυραφιά στο δέρμα, όταν αντικρύζεις τους γεμάτους διαδρόμους, θολωμένους από ανήσυχα βλέμματα και ανήμπορα σώματα. Νιώθεις ν' αρρωσταίνεις στον διάδρομο, ακόμη και όταν είσαι απολύτως υγιής. Σα να σου μεταδίδει -και όχι να δημιουργεί- πυρετό, όλο αυτό το ανθρωπολόι που κρέμεται από τα χείλια των περαστικών νοσοκόμων και των γιατρών... Στο προαύλιο, μια παρέα νεαρών Αλβανών κάπνιζε, έκανε αστεία και μιλούσε δυνατά. Πιτσιρίκια, δεκαοχτάρικα. Λες και είχαν έρθει εκδρομή... Λίγο παραπέρα, μια παρέα γύφτων έπαιζε με τις μάσκες που δίνει δωρεάν το νοσοκομείο για τη «μεξικανική γρίπη». Λες και βρισκόταν σε πανηγύρι, παρ' ότι ένας δικός τους φαινόταν να υποφέρει, περιμένοντας υπομονετικά στο φορείο... Δύο σεκιουριτάδες συζητούσαν με κάποιους τραυματιοφορείς για τους κρατούμενους από τον Κορυδαλλό που είχαν τραυματιστεί κατά τη διάρκεια ελληνοαλβανικής συμπλοκής. Ετσι έλεγαν... Στο παγκάκι, πίσω από την Εκκλησία, δύο νοσοκόμες -μια Ελληνίδα και μια Αλβανίδα- μιλούσαν χαμηλότονα, χαμογελούσαν, μιλούσαν στα κινητά και κάπνιζαν ασταμάτητα... Πλησίαζε η ώρα να επιστρέψω στα ιατρεία για να μου πουν οι γιατροί τα αποτελέσματα των υπολοίπων εξετάσεων. Οι νοσοκόμες πέρασαν από μπροστά μου, αφήνοντας πίσω ένα υπέροχο, ευωδιαστό σύννεφο καπνού. Απέναντι, στο τζάμι, φαινόταν καθαρά η κάφτρα του τσιγάρου που κρατούσε μια κρινοδάχτυλη, η οποία μοιραζόταν με τον καλό της την απόλαυση στα σκαλιά της εισόδου. Τους είχα δει περνώντας... Φτάνοντας στην είσοδο, πρόλαβα να δω στα χέρια ενός Πακιστανού ένα εξαιρετικό πακέτο τσιγάρα -μου θύμισε τα παλιά «Ζιτάν». Και ακριβώς στην είσοδο, καθισμένη στο πλατύσκαλο, μια συμπαθής κυρία -έμοιαζε Γαλλίδα ή σα να βγήκε από τα δώματα του παλιού ΚΚΕ Εσωτερικού- άρχισε να στρίβει τσιγάρο... Παντού ευωδίαζε τσιγάρο, και 'γώ μόλις το είχα διαγράψει διά παντός... Βέβαια, έτσι είχα πει και την πρώτη φορά. Οταν είχα πάρει το σπαθί του φόβου μου και το έκοψα για τέσσερα χρόνια... Ξημέρωνε η τελευταία μέρα του Ιουνίου. Με περίμεναν τα «θολερά λιοπύρια» του Ιουλίου. Χωρίς τσιγάρο. Τη φορά αυτή, το σπαθί του φόβου μου έκοβε και από τις δύο όψεις... "

2 σχόλια:

  1. Kai meta les oti exeis paiksei rpg. To "Heroes" exei eniko "hero". Ektos an esu thn exeis dei alliws.
    Wraio ar8raki, den mporw na pw. An mh ti allo kalogrammeno.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. το διόρθωσα
    κι έχω παίξει ρε συ
    είμαι άσσος στο diablo

    ΑπάντησηΔιαγραφή